Δευτέρα 15 Νοεμβρίου 2010

Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΦΟΡΑ

-Ξέρεις πρέπει να σταματήσουμε.Τα λόγια της μαχαίρια,μα γλυκά θαρρείς τα δέχτηκε.Την αγαπούσε πολύ,και με τίποτα δεν ήθελε να την πικράνει.Αφού εκείνη το ζητουσε,αυτός θα το δεχότανε.
-Πρέπει του είπε αγάπη μου, πρέπει.
Ναι πρέπει πήγε να πεί.Τι άλλο μπορουσε να κάνει;Την αγαπούσε και ας άδειασε με μιάς.Το μεδούλι της χαράς του άδειασε απο το διάφανο δισκοπότηρο του έρωτα και χύθηκε καταγής.Τα χέρια του κρέμασαν σαν κλαριά ξεραμένα.Τα είχε ταμένα για το χάδι του έρωτα στο κορμί της,για το άγγιγμα της αγάπης,για το μάλαγμα του πόθου.
Έχω εσένα έλεγε,και έχω την ζωή.Τώρα τι?
-Έλα,έλα αγαπημένη μου να ξαποστάσουμε λίγο,έλα νεραιδοχαιδεμένη μου,έλα φως μου.
Καθάρισε ένα μέρος στον πυκνό ίσκιο,και την κάλεσε να καθίσει.
Δίπλωσε τα πόδια της και τύλιξε τα χέρια της γύρω στα γόνατά της,ακούμπησε το μάγουλο πάνω τους,μισόκλεισε τα βλέφαρα.Το φουστανάκι της ανάλαφρο,αέρινο,καλοκαιρινό,σηκώθηκε στην μέση των μηρών.Από κάτω ένα μικρό λευκό υφασματάκι έφραζε την είσοδο στην πύλη της ζωής,στης αμαρτίας την πηγή,στο μεθύσι του πόθου.Εκεί χάνεσαι και ξαναγεννιέσαι,εκεί την ομορφιά του έρωτα γεύεσαι,εκεί αστραποβολάς εκεί μερεύεις.
Κάθισε πλάι της και την αγκάλιασε απο τους ώμους.Σήκωσε το κεφάλι της από τα γόνατα και το έγειρε στο στήθος του.Την γλυκοφίλησε στα μαλιά,στο μάγουλο,στην άκρη των χειλιών της.Έγειραν πίσω,ολάκερη την πήρε τώρα στην αγκαλιά του.Το χάδι σε ρυθμούς λατρείας περιδιάβαινε το κορμί της.Την κοίταγε στα μάτια σαν να κοιτούσε την αγαπημένη των θεών.Η ψυχή του ήταν γεμάτη απο αγάπη,από έρωτα γεμάτη.Απαλα της ξεκούμπωσε το φόρεμα,ένα κορμί απο πόθο σμιλεμένο φανερώθηκε μπρός του.Το ήξερε μα πάντα το αναζητούσε με περισσότερη ένταση.Ζούσε γι αυτό.Η ηδονή προσπέρασε τα άλλα συναισθήματα και μπήκε μπροστάρισα στο κυνήγι της ευτυχίας.Την φιλούσε παντού,πότε σαν σε προσκύνημα,πότε σαν νάτανε η τελευταία φορά.Χαλάρωσε,γλύστρησε μέσα της,και μετά απο στιγμές-αιώνες,άφησε εκεί την ψυχή του.Έμεινε να την κρατα ώρα πολύ στην αγκαλιά του,δίχως να ανασαίνει σχεδόν,μη τυχόν ταράξει το όνειρο,μη τυχό τρομάξει την χαρά.
-Σ'αγαπώ,σ'αγαπώ,σ'αγαπώ.
-Κι εγώ σ'αγαπώ του είπε και σφάλισε τα μάτια.
Ένα δάκρυ ξέφυγε βουβό απο τις άκρες τους,ήξερε πως ήταν η τελευταία φορά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου