Τετάρτη 15 Δεκεμβρίου 2010

ΘΕΛΩ ΑΚΟΜΗ ΝΑ ΕΛΠΙΖΩ.

Βγήκαμε στους δρόμους,παγωνιά και παγωμένος αέρας να μην καταλαβαίνει απο σκουφιά,κασκόλ,σηκωμένους γιακάδες γιατί παγωμένες ήταν οι ψυχές.
Με τα ξερόχορτα των αδυναμιών μας,ανάψανε φωτιές οι προδότες,όχι απο κείνες που ζεσταίνουν,όχι,μα απο κείνες που λειώνουν τις αντιστάσεις, που εκμαυλίζουν συνειδήσεις,που αγοράζουνε ανύπαρκτα φιλότιμα.
Κοιτώντας τον δρόμο της ανημπόριας που ετσιθελικά μας μάθανε,χάραξαν πάνω τους τις ζωές μας,σακάτικες ζωές κατά πώς θέλανε αυτοί.
Μας κορόιδευαν που κοιτούσαμε τα αστέρια,που υψώναμε τα χέρια στον ουρανό να τα πάρουμε στις παλάμες μας,δώρο πανάκριβο της ψυχής μα και άκοστο να το προσφέρουμε στην αγαπημένη μας,γιατί ξέρανε τις κοντές ασήκωτες αλυσίδες που μας είχανε δεμένους.
Με απανωτά σόκ,διαρκώς δυνατότερα,παραλύσανε την δύναμη του θέλω μας,νέκρωσαν τις επιθυμίες μας,μας απαγόρεψαν τα όνειρα.
Στην αλεθομηχανή του τίποτα οδήγησαν την σκέψη μας,ευτέλισαν τα ιδανικά μας,απαξίωσαν το εγώ μας.
Κορακοζώητοι φτιάχνουν πτώματα για να τραφούν,να γεμίσουν τις σκατοσακκούλες τους,και αφού ρευτούν,και κοιτάξουν ειρωνικά τους κακομοίριδες,να μιλήσουν έπειτα με στόμφο για το καλό του λαού,και χορτάτοι καθώς είναι να πούνε πως φροντίζουμε εμείς για το καλό του.
Πήραν τους σπόρους για το ψωμί μας και το μετέτρεψαν σε σπορά ασθενειών,διατροφική αλυσίδα,ιοί,πυρινικά,ραδιενέργεια,φτώχεια,εξαθλίωση,και μας είπαν-τώρα ζήστε στην κόλασή σας-.
Αυτήν την ζωή μας τάξανε.
Βγήκαμε στους δρόμους,έλα κράτα με σφιχτά στο πλάι μου,να ζεστάνουμε τις ψυχές μας,έλα και εσύ,και εσύ,και εσύ,να γίνουμε πολλοί,φτάνουν πια τα ψέμματα,μας θέλουνε κοματιασμένους,θα μας βρούνε δυνατούς,μπορούμε και πρέπει να ετοιμάσουμε για τα παιδιά μας έναν κόσμο με χρώματα,και όχι νεκροταφείο των ονείρων τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου