Δευτέρα 10 Ιανουαρίου 2011

ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ ΣΤΙΓΜΕΣ

Το πεύκο ψηλό,θεώρατο,έπινε νερό από την γαλαζοπράσινη θάλασσα. -Έλα,έλα αγαπημένη μου να ξαποστάσουμε λίγο,έλα νεραιδοχαιδεμένη μου,έλα φώς μου.
Καθάρισε ένα μέρος στον πυκνό ίσκιο και την κάλεσε να καθίσει.Δίπλωσε τα πόδια της,και τύλιξε τα χέρια της γύρω στα γόνατά της.Ακούμπησε το μάγουλο πάνω τους,μισόκλεισε τα βλέφαρα.Το φουστανάκι της ανάλαφρο,αέρινο καλοκαιρινό,σηκώθηκε στην μέση των μηρών της.Από κάτω ένα λευκό υφασματάκι έφραζε την είσοδο στην πύλη της ζωής,στην πηγή της αμαρτίας,στο μεθύσι του πόθου.
Εκεί χάνεσαι και ξαναγενιέσαι,εκεί την ομορφιά του έρωτα γεύεσαι,εκεί αστραποβολάς,εκεί μερεύεις.
Κάθισε πλάι της και την αγκάλιασε απο τους ώμους,Σήκωσε το κεφάλι της απο τα γόνατα και το έγειρε στο στήθος του.Την γλυκοφίλησε στα μαλιά,στο μέτωπο,στην άκρη των χειλιών της.Έγειραν πίσω,την πήρε ολάκερη στην αγκαλιά του.Το χάδι του τώρα σε ρυθμούς λατρείας περιδιάβαινε το κορμί της.Την κοίταγε στα μάτια σαν να κοιτούσε την αγαπημένη των θεών.Η ψυχή του ήταν γεμάτη από αγάπη,από αγάπη και έρωτα.Απαλά της ξεκούμπωσε το φόρεμα.Ένα κορμί σμιλεμένο απο τον πόθο φανερώθηκε μπρός του.Το ήξερε μα πάντα το αποζητούσε,όλο και με περισσότερη ένταση.Ζούσε γι αυτό.
Η ηδονή προσπέρασε τα άλλα συναισθήματα,και μπήκε μπροστάρισα στο κυνήγι της
ευτυχίας.Την φιλούσε παντού,πότε σαν προσκήνυμα,και πότε δυνατά αχόρταγα,σαν ν'άτανε η τελευταία φορά.Γλίστρησε μέσα της,και μετά απο λίγο θαρρείς και άφησε εκεί την ψυχή του.Έμεινε να την κρατάει ώρα πολυ στην αγκαλιά του δίχως να ανασαίνει σχεδόν,μη τυχόν ταράξει το όνειρο,μη τυχόν τρομάξει την χαρά.Ενωμένοι καθώς ήταν της ψιθύρισε¨
-Σ'αγαπώ,σ'αγαπώ,σ'αγαπώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου